- προσηνώς
- ΜΑεπίρρ. βλ. προσηνής.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
προσηνῶς — προσηνής soft adverbial (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
CELLA Unctuaria — similiter in Balneis olim fuit, Unctuarium Plinio, l. 5. Ep. 6. Α᾿λειπτήριος οἶκος Luciano, quam, statim post Tepidariam, a dextris collocatam, sic describit: Μεθ᾿ ὃν οἶκος εὖ μάλα φαιδρὸς, ἀλείψαςθαι προσηνῶς παρεχόμενος, ἑκαθέρωθεν εἰςήδους… … Hofmann J. Lexicon universale
προσηνής — ές, ΝΜΑ, και δωρ. τ. προσανής και ποτανής Α (για πρόσ.) πράος, ευγενικός, καταδεκτικός, με πολιτισμένη, ευγενική συμπεριφορά και φιλική διάθεση (α. «εὔνους καὶ προσηνής», Πλούτ. β. «τὴν προσηνῆ τὸ βλέμμα», Μέν.) μσν. (για τα ευχαριστιακά δώρα)… … Dictionary of Greek